Στον τεκέ όταν θα πάω, όλους τους στραβοκοιτάω και μου λεν, καλώς τ’ αδέρφι, τράβα μια να κάνει κέφι κι αρχινούνε τα μαγκάκια γλέντι με μπαγλαμαδάκια…
Η ζωή της πανέμορφης Κυβέλης Φωτιάδη, κόρης πλούσιας οικογένειας, ξεκινά από τη Σμύρνη. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή φτάνει πρόσφυγας και πάμφτωχη στον Πειραιά, όπου για ένα διάστημα μένει στο πορνείο της κυρίας Έφης, μέχρι να αρχίσει να τραγουδά σε ένα τεκέ της Δραπετσώνας, στο υπόγειο μαγαζί του μπάρμπα-Γιάννη. Αργότερα, στο αθηναϊκό κέντρο «Μπέλα Βίστα», η Κυβέλη θα συνεργαστεί με τον συνθέτη Παναγιώτη «Σμυρνιώτη» Δούκα και τον Διαμαντή Σκαρλάτο, που έπαιζε μπουζούκι. Η Μαριάνθη, σύζυγος του Σμυρνιώτη, ήταν μια γυναίκα με πάθη, που είχε στο πλευρό της έναν άντρα ανίκανο να την ικανοποιήσει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, εκτός από το να βάζει στα λόγια της μουσική. Μοιράζεται το μυστικό της με την Κυβέλη, ότι δηλαδή εκείνη έγραφε τους στίχους του Σμυρνιώτη, ζητώντας της να μην το αποκαλύψει, γιατί θα κατέστρεφε το γόητρο του ρεμπέτη άντρα της.
Η Κυβέλη τραγουδά κάθε βράδυ και εισπράττει χειροκροτήματα, αλλά κανείς δεν νοιάζεται για το ποιος έγραψε τα λόγια. Όλα περιστρέφονται γύρω από τη μουσική και την τραγουδίστρια. Η Μαριάνθη γράφει στίχους, καθώς πιστεύει ότι αυτό την φέρνει σε απόσταση αναπνοής από τον κρυφό της πόθο, τον μπουζουξή Διαμαντή. Ο τελευταίος τελικά γίνεται εραστής της Κυβέλης και συζούν. Μια σχέση που η Κυβέλη θα μπορούσε να ‘χει σταματήσει, αφού γνώριζε τα συναισθήματα της φίλης της. Η προδομένη Μαριάνθη εγκαταλείπει πρώτα τη στιχουργική και αργότερα το σπίτι της. Η ζωή της Κυβέλης θα συνεχιστεί. Ξέρει ότι το μέλλον της θα είναι γεμάτο θριάμβους και αίγλη. Είναι όμως αρκετό αυτό;
Η Φραγκούλις κατορθώνει να μας μεταδώσει με μεγάλη ζωηράδα την εικόνα της Ελλάδας του Μεσοπολέμου. Με φόντο τη Σμύρνη και τον Πειραιά του ’22 (έως το ’24 που σταματά η ιστορία), περιφερόμαστε νοερά σε νεοκλασικά, κακόφημες συνοικίες, τεκέδες και λημέρια κακοποιών. Αντλούμε πλούσιες πληροφορίες για το ρεμπέτικο, την πορνεία, τα ναρκωτικά, τους μάγκες και τον άγραφο κώδικα τιμής τους. Βεβαίως τέτοιου είδους μελέτες για το περιθώριο, έχουμε ξαναδεί – με πρωτοπόρο τον λαογράφο Ηλία Πετρόπουλο – αλλά η λογοτεχνική ματιά της Φραγκούλις προσδίδει μιαν άλλη αισθητική αξία στα γεγονότα. Η γραφή της εκτός από ρεαλιστική είναι και τολμηρή, χωρίς όμως να γίνεται χυδαία στις περιγραφές της.
Τα δρώμενα που συναπαρτίζουν την πλοκή είναι σφιχτά δεμένα μεταξύ τους, κάτι που εξασφαλίζει την προσήλωση του αναγνώστη σε έναν διόλου δύσβατο ειρμό. Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας τοποθετεί τους ήρωες στο συγκεκριμένο χρονικό και γεωγραφικό πλαίσιο αποπνέει νοσταλγία και λυρισμό. Έχει πιάσει πολύ καλά την πόζα της εποχής σκηνογραφώντας την με ακρίβεια στη λεπτομέρεια. Η Φραγκούλις είναι συγγραφέας της εικόνας: η μυθοπλασία της αναδύεται από τα χρώματα και τις σκιές τους, δεν προηγείται αυτών. Ακόμη και για τους πρωταγωνιστές της ιστορίας, έχει κανείς την εντύπωση πως το μεσοπολεμικό φόντο έχει ήδη προαποφασίσει για τα πάθη και τις επιλογές τους.
Οπωσδήποτε, τα βιβλία που σκιαγραφούν κάποια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο αναλώνουν μεγάλο τμήμα τους σε περιγραφές, προκειμένου να μπάσουν τον αναγνώστη στο κλίμα της εποχής. Φαίνεται όμως πως η συγγραφέας παρασύρθηκε, με αποτέλεσμα το «μαργαριτάρι» της να κουράζει από ένα σημείο και μετά τον αναγνώστη με περιγραφές που θα μπορούσαν να λείπουν. Θαρρείς πως προσπαθεί να εξαργυρώσει μέχρι τέλους το ατού της, ότι πρόκειται δηλαδή για ιστορία ανατολίτη που φτάνει στην Ελλάδα και προκόβει (αποδεδειγμένα δημοφιλές θέμα στο αναγνωστικό κοινό). Κάπου εκεί χάνεται το ενδιαφέρον και σε συνδυασμό με τον στόμφο στην έκφραση (προϊόν μάλλον άστοχων επιλογών της μεταφράστριας), ο αναγνώστης αρχίζει να γυρνά σελίδες νευρικά. Δυστυχώς ούτε το τέλος είναι αντάξιο της εκκίνησης της αφήγησης (αρκετά απότομο, χωρίς να συντελείται στο μεταξύ κάποια κορύφωση στην πλοκή), δίνοντάς μας την εντύπωση ότι βαρέθηκε να το γράψει ή ότι οι τελευταίες σελίδες παρέπεσαν κάπου στο τυπογραφείο.
Η αυθεντικότητα μιας αληθινής ιστορίας δεν αρκεί. Απαραίτητο στοιχείο – πέραν της δέσης – σε κάθε μυθιστόρημα συνιστά η κορύφωση και η λύση του, ώστε στην κλιμάκωση γεγονότων και καταστάσεων να συγχρονιστεί και η προσοχή του αναγνώστη. Είναι μια σημαντική έλλειψη από το εν λόγω μυθιστόρημα που εν τέλει ακυρώνει την γοητευτική του προοπτική. Ωστόσο για όσους αγαπούν τέτοιου είδους ιστορίες, το μαργαριτάρι της Ανατολής» αποτελεί ωραία επιλογή για τις διακοπές, δεδομένου μάλιστα πως πρόκειται για πραγματική ιστορία, μέσα από τα μάτια μιας Ελληνίδας του εξωτερικού.
Tess Fragoulis (μετ. Κώστια Κοντολέων)
Το μαργαριτάρι της Ανατολής
Εκδόσεις Ψυχογιός
Comments