Ο τόπος μου είναι ένα μικρό - σχεδόν σβησμένο από τον χάρτη - πετροχώρι, σφηνωμένο σε κάποιον κρημνό κάπου στο Ταίναρο. Η τραχύτητα του φυσικού διάκοσμου άλλους γοητεύει, άλλους απωθεί και άλλους τους κερδίζει σιγά-σιγά, καθώς εξοικειώνονται με το περιβάλλον.
Η μέρα της Λαμπρής δειγματίζει κάθε χρόνο την δύσκολη αυτή ομορφιά: το απλωμένο γαλάζιο της πελαγίσιας μίξης, τα γεράκια που μαθαίνουν να ισορροπούν στον ορίζοντα, η αντήχηση του ανέμου στα φαράγγια, οι εκκλησίες με τα θεμέλια στα βράχια, οι φραγκοσυκιές που βαστιούνται στους πύργους πάνω απ' το κενό... Δεν γίνεται να μην υποκλιθείς στην λυσσασμένη επιθυμία αυτού του κόσμου για ζωή - ίσως η πιο πιστή αποτύπωση του μηνύματος των ημερών.
Νιώθεις λοιπόν ότι κάπου μέσα σε όλα αυτά κατοικεί διάσπαρτος ένας Θεός που επιμένει αμετάφραστος - σε πείσμα της ανθρώπινης διαμεσολάβησης - και επικοινωνεί με μικρές αναλαμπές ελευθερίας, προσευχόμενος να τις θρέψουμε στον κόρφο μας ώσπου να μεγαλώσουν, να αποκτήσουμε το πρόσωπό τους και εκείνες το δικό μας.
Πού ξέρεις, ίσως έτσι αγαπήσουμε τον κόσμο που χρεωθήκαμε να φυλάμε και δεν θα δανειζόμαστε πια από ψηλά την Άνοιξη και το Πάσχα, γιατί θα 'χουμε κιόλας κερδίσει ζωή του παρόντος αιώνος. Αμήν.
Comments